Σικυώνα

Σικυώνα
Ημιορεινός οικισμός (1.002 κάτ., υψόμ. 140 μ.), στην επαρχία Κορινθίας του ομώνυμου νομού. Είναι έδρα της ομώνυμης κοινότητας (6 τ. χλμ.). Βρίσκεται νότια και κοντά στο Κιάτο. Στην περιοχή της ήταν χτισμένη η ακρόπολη και η αρχαία πόλη Σικυών, πρωτεύουσα της Σικυωνίας. Τμήμα από τις αρχαϊκές μετόπες του θυσαυρού των Σικυωνίωνστους Δελφούς. Το θέατρο είναι το εντυπωσιακότερο μνημείο της αρχαίας Σικυώνας. διακρίνεται το κοίλο με την πρώτη σειρά των προεδρικών καθισμάτων, η κυκλική ορχήστρα και το προσκήνιο. Το κοίλο είναι λαξευμένο κατά ένα μεγάλο μέρος του στο μαλακό βράχο της υπερκείμενης ακρόπολης. Στη φωτογραφία, φαίνεται η μία από τις δύο σκεπαστές εισόδους, που οδηγούσαν στο πρώτο διάζωμα των κερκίδων. Το θέατρο της Σικυώνας έχει ρωμαϊκές επισκευές, στο σύνολό του όμως σώζεται στην αρχική του μορφή των αρχών της ελληνιστικής περιόδου. Το εξαίρετο αυτό δείγμα της ακμής της πόλης χτίστηκε λίγο μετά το 303 π.Χ. και διατηρείται σε καλή σχετικά κατάσταση, σε σύγκριση με πολλά άλλα αρχαία θέατρα του ελληνικού χώρου.
* * *
η / Σικυών, -ῶνος, ΝΑ
αρχαιολ. πόλη τής Πελοποννήσου, πρωτεύουσα τής Σικυωνίας, χώρας που βρισκόταν σε απόσταση 25 περίπου χιλιομέτρων δυτικά τής Κορίνθου
αρχ.
(ως προσηγορ. και κυρίως στη φρ.) «γῆ σικυών» — η Σικυωνία (Ανθ. Παλ.).
[ΕΤΥΜΟΛ. < σικύα / σίκυος + επίθημα -ών (πρβλ. σικυώνας)].

Dictionary of Greek. 2013.

Игры ⚽ Нужна курсовая?

Look at other dictionaries:

  • Σικυώνα — η αρχαία πόλη στη βόρεια Πελοπόννησο …   Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)

  • Σικυῶνα — Σικυών cucumber bed fem acc sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • σικυῶνα — σικυών cucumber bed masc acc sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • Κροκιδάς, Σωτήριος — (Σικυώνα 1852 – Περιγιάλι Κορινθίας 1924). Νομομαθής και πολιτικός. Σπούδασε νομικά στο Πανεπιστήμιο Αθηνών και μετεκπαιδεύτηκε στη Γαλλία, όπου ειδικεύτηκε στο εμπορικό δίκαιο. Το 1880 επέστρεψε στην Ελλάδα και διορίστηκε υφηγητής του εμπορικού… …   Dictionary of Greek

  • Σικυῶν' — Σικυῶνα , Σικυών cucumber bed fem acc sg Σικυῶνι , Σικυών cucumber bed fem dat sg Σικυῶνε , Σικυών cucumber bed fem nom/voc/acc dual …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • σικυῶν' — σικυῶνα , σικυών cucumber bed masc acc sg σικυῶνι , σικυών cucumber bed masc dat sg σικυῶνε , σικυών cucumber bed masc nom/voc/acc dual …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • Κόρινθος — Πόλη (υψόμ. 10 μ., 29.787 κάτ.) και πρωτεύουσα του νομού Κορινθίας. Βρίσκεται στον μυχό του Κορινθιακού κόλπου, στην εθνική οδό Αθηνών Πατρών, σε απόσταση 84 χλμ. από την Αθήνα. Αποτελεί έδρα του δήμου Κορινθίων. Ιδρύθηκε το 1858, όταν… …   Dictionary of Greek

  • καναχός — Όνομα ιστορικών προσώπων της αρχαιότητας. 1. Γλύπτης από τη Σικυώνα (τέλη 6ου – αρχές 5ου αι. π.Χ.). Το υπερφυσικού μεγέθους χάλκινο άγαλμα του Απόλλωνα, στο ιερό των Διδύμων της Μιλήτου, ήταν ένα από τα καλύτερα έργα του. Το άγαλμα μεταφέρθηκε… …   Dictionary of Greek

  • Σικυών — I Αρχαία πόλη της βορειοανατολικής Πελοποννήσου, κοντά στο σημερινό Κιάτο (του οποίου ο δήμος ονομάζεται δήμος Σικυώνας· υπάρχει επίσης και σημερινό χωριό με το όνομα Σικυών) στην περιοχή της Σικυωνίας. Η αρχαία Σικυωνία στη βόρεια πλευρά της… …   Dictionary of Greek

  • Πελοπόννησος — I Ιστορική και γεωγραφική περιοχή της Ελλάδας, η νοτιότερη και μεγαλύτερη χερσόνησος της χώρας και η νοτιότερη της Ευρώπης. Εκτείνεται μεταξύ των παραλλήλων 38° 20’ (ακρωτήριο Δρέπανο) και 36° 23’ (ακρωτήριο Ταίναρο) και των μεσημβρινών 210° 10’… …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”